ραβδίο

ραβδίο
(Ανατ.). Φωτοϋποδοχέας του ματιού του ανθρώπου και των κατώτερων σπονδυλωτών. Τα ρ. αντιδρούν μόνο στο αδύνατο φως. Αυτά, όπως ακριβώς και τα κωνία, βρίσκονται στην εξωτερική όψη που εμφανίζει ο αμφιβληστροειδής. Αποτελούνται από μια σύναψη στην περιοχή της βάσης τους, που τα συνδέει με τα κύτταρα που συγκροτούν τον αμφιβληστροειδή και τα οποία βρίσκονται πιο βαθιά, από τον πυρήνα, από ένα εσωτερικό που περιέχει κοκκιώδες ενδοαλασματικό δίκτυο, το μυοειδές (συσταλτό στοιχείο του Ρ.), το ελλειψοειδές και από ένα εξωτερικό τμήμα που αποτελείται από δίσκους. Μια συνδετική ίνα με εννέα ζευγάρια νηματίων (από αυτά που απαντούν στις βλεφαρίδες) ξεκινά από ένα ζευγάρι κεντροσωματίων και συνδέει το εσωτερικό με το εξωτερικό τμήμα. Οι δίσκοι του εξωτερικού τμήματος, που αποτελούνται κατά ένα μέρος από οπτική χρωστική, σχηματίζονται από μια εγκόλπωση της κυτταροπλασματικής μεμβράνης. Οι αμφιβληστροειδείς των ζώων που ζουν στο μισοσκόταδο ή τη νύχτα (νυχτόβια) περιέχουν μόνο ρ. Η σημασία των ρ. για την όραση είναι μεγάλη, γιατί περιέχουν την πορφύρα του αμφιβληστροειδή ή ερυθροψίνη, η οποία γίνεται λευκή υπό την επίδραση του φωτός και αναγεννάται στο σκοτάδι.
* * *
το / ῥαβδίον, ΝΜΑ
βλ. ραβδί.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ραβδί — το / ραβδίον, ΝΜΑ, και ραβδίο Ν [ῥάβδος] (ως υποκορ. τού ράβδος) 1. μικρή ράβδος ή μικρό κλαδί (α. «και στο ραβδίν του ακούμπησε να πει την αλφαβήτα», Κάλαντα β. «Ἑρμῆς δ ἐπιστὰς τῷ τε ῥαβδίῳ παίων», Βάβρ.) 2. (κατ επέκτ.) καθετί σε σχήμα μικρής… …   Dictionary of Greek

  • δοκιμασίες — Συστηματικές μέθοδοι ελέγχου, με τις οποίες εξετάζονται οι φυσικές και χημικές ιδιότητες των υλικών που προορίζονται για κατασκευές ή η απόδοση και η καταλληλότητα μηχανών, τμημάτων τους, εγκαταστάσεων κλπ. (στην τελευταία περίπτωση αποκαλούνται… …   Dictionary of Greek

  • Ακτινόποδα — τα Ζωολ. ομοταξία τού φύλου τών Πρωτόζωων. Κύριο χαρακτηριστικό τους είναι η ύπαρξη ακτινωτών ψευδοποδίων ευθύγραμμων και λεπτών άλλα από αυτά είναι μαλακά (ινοπόδια) και άλλα έχουν γίνει άκαμπτα (αξονοπόδια) λόγω ενός σκελετικού πρωτεϊνικού… …   Dictionary of Greek

  • ράβδωμα — το / ῥάβδωμα, ΝΑ νεοελλ. βιολ. κεντρικό ραβδίο τών αισθητήριων κυττάρων τού ομματιδίου στους σύνθετους οφθαλμούς τών καρκινοειδών και τών εντόμων, το οποίο σχηματίζεται από σύνολο μικροσωληναρίων και υποστηρίζει την αισθητηριακή μεταγωγή, αλλ.… …   Dictionary of Greek

  • στυλίδιο — το / στυλίδιον, ΝΑ [στῡλος] νεοελλ. 1. ζωολ. σκελετική προεξοχή σαν κώνος, η οποία βρίσκεται στο κέντρο τής βασικής πλάκας τών κοραλλιών 2. βιολ. ημιδιαφανές περιστρεφόμενο ραβδίο από πρωτεΐνη και υδατάνθρακες στον στόμαχο τών δίθυρων μαλακίων,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”